Logodiatrofis.gr
Έρευνα

Οι υδατάνθρακες, όχι κορεσμένα λιπαρά, μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο καρδιακής νόσου

Σύμφωνα με μία πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύεται στο PLOS ONE. 

 

Ωστόσο, η αύξηση των επιπέδων των  υδατανθράκων στη διατροφή κατά τη διάρκεια της μελέτης προώθησε μια σταθερή αύξηση στο αίμα ενός λιπαρού οξέος, που συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο για διαβήτη και καρδιακή νόσο.

Στη μελέτη, συμμετείχαν 16 ενήλικες, που κατανάλωσαν έξι δίαιτες των τριών εβδομάδων στις οποίες αυξάνονταν σταδιακά οι υδατάνθρακες, ενώ ταυτόχρονα μειώθηκε το συνολικό λίπος και κορεσμένο λίπος, διατηρώντας τις θερμίδες και την πρωτεΐνη σταθερά. Όλοι οι συμμετέχοντες είχαν μεταβολικό σύνδρομο, που ορίζεται ως η παρουσία τουλάχιστον τριών από τους πέντε παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο για καρδιακή νόσο και διαβήτη (περίσσεια λίπους στην κοιλιά, αυξημένη πίεση του αίματος, χαμηλή “καλή” χοληστερόλη, αντίσταση στην ινσουλίνη ή δυσανεξία στη γλυκόζη, και υψηλά τριγλυκερίδια).

Αφού τους οδήγησε σε μια βασική γραμμή, δίαιτας μειωμένης σε υδατάνθρακες για τρεις εβδομάδες, οι ερευνητές έδωσαν στους συμμετέχοντες τις ίδιες ακριβώς δίαιτες, που άλλαζαν κάθε τρεις εβδομάδες, για 18 εβδομάδες. Οι δίαιτες που ξεκίνησαν με 47 γρ υδατανθράκων και 84 γρ κορεσμένων λιπαρών κάθε μέρα, τελείωσαν με 346 γρ υδατανθράκων ανά ημέρα και 32 γρ την ημέρα κορεσμένου λίπους. Κάθε μέρα πρόσθεταν γεύματα έως και 2.500 θερμίδες και περιελάμβαναν περίπου 130 γρ πρωτεΐνης. Το υψηλότερο επίπεδο σε υδατάνθρακες αντιπροσώπευε το 55% των ημερήσιων θερμίδων, που ταιριάζει σχεδόν με το εκτιμώμενο ημερήσιο ποσοστό της ενέργειας που παρέχεται από υδατάνθρακες στην αμερικανική διατροφή.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το σύνολο κορεσμένου λίπους στο αίμα δεν αυξήθηκε, ενώ μειώθηκε στους περισσότερους ανθρώπους, παρά το γεγονός ότι αυξήθηκαν στη διατροφή, όταν μειώθηκαν οι υδατάνθρακες. Σε σύγκριση με την αρχική τιμή, υπήρξαν σημαντικές βελτιώσεις στη γλυκόζη του αίματος, της ινσουλίνης και της αρτηριακής πίεσης, που ήταν παρόμοιες σε όλη δίαιτες.

Το παλμιτολεϊκό οξύ, ένα λιπαρό οξύ που συνδέεται με τον ανθυγιεινό μεταβολισμό των υδατανθράκων, που μπορούν να προωθήσουν την ασθένεια, μειώθηκε με την χαμηλή πρόσληψη των υδατανθράκων και σταδιακά αυξήθηκε καθώς οι υδατάνθρακες είχαν επανεισαχθεί στη διατροφή μελέτη.«Είναι ασυνήθιστο για ένα δείκτη να παρακολουθείτε τόσο στενά με την πρόσληψη υδατανθράκων, κάνοντας αυτό ενά μοναδικό και κλινικά σημαντικό εύρημα. Όταν αυξήσετε τους υδατάνθρακες, αυτός ο δείκτης έχει ανοδική πορεία» είπε ο Jeff Volek, Καθηγητής Ανθρωπίνων Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Οχάιο. Οι αυξήσεις του δείκτη, είπε, είναι μια ένδειξη ότι ένα αυξανόμενο ποσοστό υδατανθράκων μετατρέπεται σε λίπος αντί να καίγεται ως καύσιμο. Μείωση των υδατανθράκων και προσθήκη λίπους στη διατροφή, σε ένα σωστά διατυπωμένο τρόπο, από την άλλη πλευρά, εξασφαλίζει πως το σώμα θα κάψει αμέσως το κορεσμένο λίπος ως καύσιμο οπότε δεν θα αποθηκευτεί. Η μελέτη δεν ασχολείται με το τι συμβαίνει στα επίπεδα παλμιτολεϊκού οξέος όταν οι υδατάνθρακες υψηλής ενέργειας συνδυάζονται με μια διατροφή πλούσια σε κορεσμένα λιπαρά.

Ο Volek παρατηρεί πως το παλμιτολεϊκό οξύ μπορεί να αποτελέσει ένα πιθανό βιοδείκτη που επισημαίνει, όταν το σώμα μετατρέπει τους υδατάνθρακες σε λίπος, μια πρώιμη εκδήλωση η οποία συμβάλλει σε αυτό που ο ίδιος αποκαλεί «μεταβολικό χάος». «Δεν υπάρχει μαγικό επίπεδο υδατανθράκων, δεν υπάρχει cookie-cutter προσέγγιση στη διατροφή που λειτουργεί για όλους», είπε. «Υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον σε εξατομικευμένη διατροφή, και χρησιμοποιώντας ένα δυναμικά μεταβαλλόμενο βιοδείκτη θα μπορούσε να παρέχει κάποια ένδειξη ως προς το πως ο οργανισμός επεξεργάζεται τους υδατάνθρακες».

 

Μαργαρίτα Μπουλούμπαση

Διαιτολόγος – Διατροφολόγος
Συνεργάτης της Ομάδας Logodiatrofis.gr
mbouloumpasi(a)outlook.com

 

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ