Logodiatrofis.gr
Παχυσαρκία

Παχυσαρκία

Η παχυσαρκία σήμερα αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα διατροφικά προβλήματα για τις προηγμένες κοινωνίες.

Ορισμός:

Παχυσαρκία είναι η παθολογικά αυξημένη εναπόθεση λίπους στο ανθρώπινο σώμα. Αυτή η αύξηση της ποσότητας του σωματικούς λίπους, συνεπάγεται βέβαια και αύξηση του σωματικού βάρους.

Από το 1948 ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας την έχει εντάξει στον κατάλογο των παθήσεων. Η παχυσαρκία χαρακτηρίζεται από υπερβολική εναπόθεση λίπους στις λιπαποθήκες του σώματος.

Φυσιολογικά το λίπος, στο σύνολό του, αποτελεί το 15-20% του σωματικού βάρους για τον άνδρα και το 20-25% για τη γυναίκα. Στην παχυσαρκία το ποσοστά αυτό μπορεί να φτάσει το 40%, ενώ σε σπάνιες περιπτώσεις και το 70% (κακοήθης παχυσαρκία).

Σύμφωνα με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας, ο προσδιορισμός της παχυσαρκίας γίνεται μέσω του Δείκτη Μάζας Σώματος, ο οποίος προκύπτει αν διαιρέσουμε το σωματικό βάρος (σε κιλά) με το τετράγωνο του ύψους (σε μέτρα).

Δείκτης Μάζας Σώματος = Σωματικό Βάρος (σε κιλά)/Ύψος2 (σε μέτρα)

Ο παρακάτω πίνακας παρουσιάζει την κατηγοριοποίηση με βάση το Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ):

Ταξινόμηση του Αυξημένου Σωματικού Βάρους και της Παχυσαρκίας

Κατηγορία

ΔΜΣ

Ελλιποβαρής

<18,5

Φυσιολογικός

18.5-24,9

Υπέρβαρος

25-29,9

Παχυσαρκία, τάξης

 

  Ι

30-34,9

  II

35-39

  III

=ή>40

Στατιστικά δεδομένα: Σήμερα υπάρχουν 1 δισεκατομμύριο υπέρβαρα άτομα στον κόσμο, ενώ τα παχύσαρκα άτομα φτάνουν τα 300 εκατομμύρια.

Τα στατιστικά στοιχεία που σχετίζονται με την παχυσαρκία στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι ανησυχητικά.

Συγκεκριμένα,  ο αριθμός των θανάτων που προκαλούνται ετησίως λόγω παχυσαρκίας ανέρχεται σε 300.000, ενώ 2 στους 3 Αμερικάνους είναι υπέρβαροι (ποσοστό 60%) και 1 στους 3 Αμερικάνους είναι παχύσαρκοι (ποσοστό 30%).

Δυστυχώς η παχυσαρκία δεν έχει σύνορα και πλέον έχει εξαπλωθεί και στην Ευρώπη:

Πληθυσμιακές μελέτες στον Ευρωπαϊκό χώρο δείχνουν ότι η παχυσαρκία έχει αυξηθεί μέσα στην τελευταία μόνο δεκαετία κατά 10-40%.

Όσον αφορά την Ελλάδα στους άνδρες άνω των 15 ετών η παχυσαρκία φθάνει το 26% ενώ στις γυναίκες το 18.2% .

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat το ποσοστό των υπέρβαρων κατά ηλικία είναι :

  • Στις ηλικίες 15-24 ετών η Ελλάδα παρουσιάζει στους άντρες το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό υπέρβαρων (30%) μετά την Γερμάνια, ενώ στις γυναίκες το ποσοστό φτάνει το 13%
  • Στις ηλικίες 35-44 ετών η Ελλάδα παρουσιάζει στους άνδρες το υψηλότερο ποσοστό υπέρβαρων (69.6%) ενώ στις γυναίκες το τρίτο υψηλότερο ποσοστό (41.9%).
  • Στις ηλικίες 55-64 ετών το ποσοστό των υπέρβαρων φτάνει το 71.1% και είναι το τρίτο υψηλότερο ενώ στις γυναίκες φτάνει το 68,9% και είναι το δεύτερο υψηλότερο

Σε ότι αφορά την παιδική παχυσαρκία, στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπάρχουν 3 εκατ. Υπέρβαρα παιδιά και ο αριθμός τους αυξάνει κατά 400.000 ετησίως.

Η Ελλάδα παρουσιάζει το τρίτο υψηλότερο ποσοστό στην ηλικία των 13 ετών. Στην ηλικία των 15 ετών, στα μεν αγόρια παρουσιάζει το υψηλότερο ποσοστό της Δυτικής Ευρώπης (20,3%) ενώ στα κορίτσια το ποσοστό φτάνει μόλις στο 7,5%.

Η Ευρωπαϊκή Ιατρική Εταιρεία Μελέτης της Παχυσαρκίας εκτιμά ότι αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα, η παχυσαρκία στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα φθάσει τα επίπεδα του 50% μέχρι το 2030.

Ποια είναι τελικά τα αίτια της παχυσαρκίας;

Η εμφάνιση και εξάπλωση της παχυσαρκίας είναι πολυπαραγοντική και οφείλεται τόσο σε γενετικούς όσο και σε περιβαλλοντικούς παράγοντες:

Α) Η κληρονομικότητα

Η κληρονομικότητα επηρεάζει σημαντικά την διαμόρφωση του βάρους.

Στον παράγοντα αυτό υπολογίζεται ότι οφείλεται το 20 – 25% των κρουσμάτων της νόσου.

Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία, φαίνεται ότι όταν ο ένας από τους δύο γονείς είναι παχύσαρκος, η θεωρητική πιθανότητα εκδήλωσης παχυσαρκίας είναι 40%, ενώ στην περίπτωση που και οι δύο γονείς είναι παχύσαρκοι, η πιθανότητα σχεδόν διπλασιάζεται.

Β) Το περιβάλλον

Τον καθοριστικότερο ρόλο στη διαμόρφωση του σωματικού βάρους παίζει το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζούμε και ανατρεφόμαστε.

Οι διατροφικές μας συνήθειες και επιλογές, το καθημερινό μας διαιτολόγιο, η ποσότητα και ποιότητα των τροφίμων που λαμβάνουμε, η συχνότητα των γευμάτων, το επίπεδο της σωματικής μας δραστηριότητας, ακόμη και το επάγγελμά μας μπορούν να επηρεάσουν το σωματικό μας βάρος.

Δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι το φαινόμενο της παχυσαρκίας των ενηλίκων στις αναπτυγμένες χώρες, αυξήθηκε την τελευταία δεκαετία κατά 37%. 

Η εποχή μας χαρακτηρίζεται από αφθονία τροφίμων που είναι πλούσια σε λίπος, ζάχαρη και θερμίδες. 

Τα έτοιμα γεύματα των fast foods, που λόγω ευκολίας έχουν μπει στη ζωή μας, αποτελούν το πιο κλασικό παράδειγμα ανθυγιεινής τροφής, με συστατικά που συμβάλουν καταλυτικά στην αύξηση του βάρους.

Στη χώρα μας, το γεγονός ότι η μεσογειακή διατροφή (ελαιόλαδο, φρούτα και λαχανικά) και τα παραδοσιακά επαγγέλματα αντικαταστάθηκαν από τα έτοιμα τρόφιμα, τα λίπη, το γρήγορο φαγητό και την καθιστική ζωή, έχει επιδράσει σημαντικά στη αύξηση του μέσου ατομικού βάρους.

Είναι πραγματικά αξιοπερίεργο το γεγονός, ότι Μεσογειακές χώρες μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, έχουν τα υψηλότερα ποσοστά παχυσαρκίας στην Ευρώπη.

Γ) Ψυχογενείς παράγοντες

Αν όλοι τρώγανε τόσο όσο θα έπρεπε ώστε να μπορεί το σώμα να έχει τα απαραίτητα καύσιμα ενέργειας και να μπορεί να ανταπεξέλθει στη δραστηριότητα που του αναλογεί, δεν θα υπήρχε το φαινόμενο της παχυσαρκίας.

Το ζήτημα είναι ότι ο άνθρωπος τρέφεται πολλές φορές με βάση τα θέλω του: την αίσθηση της απόλαυσης, το άγχος, την μοναξιά, το ανικανοποίητο κενό που αισθάνεται, όταν νιώθει θλίψη, θυμό ή και πολύ χαρά.

Έτσι, το ίδιο το φαγητό μέσω των διάφορων ουσιών που περιέχει, μπορεί πράγματι να επιδρά αγχολυτικά.

Τροφές όπως η ζάχαρη, η σοκολάτα ή τροφές που περιέχουν υδατάνθρακες,  φαίνεται ότι επηρεάζουν τις εκκρίσεις ορμονών και νευροδιαβιβαστών στο σώμα μας, που συνδέονται με συναισθήματα πληρότητας, ανακούφισης και ευφορίας.

Δ) Παθολογικοί και άλλοι  παράγοντες

Υπάρχουν ορισμένες ασθένειες αλλά και φάρμακα τα οποία συντελούν στην αύξηση του βάρους και μακροχρόνια μπορούν να μας οδηγήσουν στην παχυσαρκία.

Νοσήματα των ενδοκρινών αδένων (θυρεοειδούς, παγκρέατος, επινεφριδίων, υποθυρεοειδισμός), παθήσεις του μεταβολισμού (σύνδρομο Prader-Willi, σύνδρομο Bardet-Biedl, σύνδρομο Simpson-Golabi-Behmel, σύνδρομο Cohen΄s), νευρολογικής φύσεως παθήσεις, η κατάθλιψη αλλά και φάρμακα όπως τα στεροειδή και ορισμένα αντικαταθλιπτικά χάπια μπορούν να προκαλέσουν ή να συντελέσουν στην αύξηση του σωματικού βάρους.

Η συμβολή τους όμως στην σημερινή επιδημιολογική εξάπλωση της παχυσαρκίας είναι μάλλον αμελητέα.

Και τώρα τι κάνουμε; Μπορούμε να αναστρέψουμε την παχυσαρκία;

Όσο και αν φαίνεται περίεργο η παχυσαρκία αποτελεί μία κατάσταση η οποία μπορεί να αντιμετωπιστεί δραστικά. 

Η αντιμετώπισή της όσο και η αιτιολογία της βασίζεται στην υιοθέτηση μίας ισορροπημένης διατροφής τόσο σε επίπεδο θρεπτικών συστατικών όσο και ενεργειακής (θερμιδικής) πρόσληψης. 

Όσον αφορά τη θρεπτική κάλυψη  των παχύσαρκων ατόμων αυτή είναι αναγκαία αν αναλογιστούμε τις διατροφικές τους ανεπάρκειες.

Συγκεκριμένα, ο Dr.Ernst και οι συνεργάτες του από το Tμήμα  Παχυσαρκίας του Πανεπιστημίου της Ελβετίας αξιολόγησαν τη διατροφική κατάσταση 205 παχύσαρκων ατόμων και βρήκαν ότι: το 26,8% του δείγματος είχε έλλειψη σε ψευδάργυρο, το 18% στη βιταμίνη Β12, 32.4% σε σελήνιο και 63,4% σε βιταμίνη D, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η πιθανότητα εμφάνισης υπερπαραθυροειδισμού.

Επιπρόσθετα, στη διατροφική αντιμετώπιση της παχυσαρκίας είναι ιδιαίτερα σημαντική και η μείωση των προσλαμβανόμενων θερμίδων, δίνοντας έμφαση στην ενεργειακή τους πυκνότητα,  δηλαδή το ποσόν της ενέργειας που περικλείεται σε συγκεκριμένο όγκο τροφής.

Έτσι, για παράδειγμα τα λαχανικά και τα φρούτα, είναι Χαμηλής Ενεργειακής Πυκνότητας (ΧΕΠ) καθώς αποδίδουν λίγες θερμίδες, ενώ τα γλυκά, τα πατατάκια και τα λουκάνικα είναι Υψηλής Ενεργειακής Πυκνότητας (ΥΕΠ) αποδίδοντας πολλές θερμίδες για συγκεκριμένο όγκο τροφής.

Τα ΧΕΠ τρόφιμα είναι πλούσια σε διαιτητικές ίνες και νερό, ενώ τα ΥΕΠ κυρίως σε λιπαρά και ζάχαρη. Διάφορες μελέτες έχουν δείξει πως η υπερφαγία (χαρακτηριστικό της παχυσαρκίας) έχει να κάνει με υψηλής πυκνότητας-λιπαρά φαγητά, ένα φαινόμενο που περιγράφεται ως «high-fat hyperphagia», ενώ ένας επιστήμονας που έχει ασχοληθεί με το χώρο αυτό, ο Macdiarmid με τους συνεργάτες του, έδειξε ότι το ΒΜΙ αυξάνεται για υψηλά ποσοστά πρόσληψης λίπους (μεγαλύτερα του 45%) και συνεπώς με ΥΕΠ τρόφιμα.

Παράλληλα η σημερινή εποχή με τους γρήγορους ρυθμούς της προτρέπει για γρήγορο και εύκολο φαγητό, παραπέμποντας στα ταχυφαγεία. Η ενεργειακή πυκνότητα σε αυτά ενός μέσου γεύματος είναι 1.100 KJ/100gr, δηλαδή περίπου διπλάσιο από το συνιστώμενο ως υγιεινό γεύμα (525 KJ/100gr).

Με άλλα λόγια δεν έχει νόημα να μειώσουμε μόνο ποσοτικά τις θερμίδες που προσλαμβάνουμε, αλλά και ποιοτικά. Κάτι τέτοιο είναι εφικτό να συμβεί αν κάνουμε μία «επιστροφή στις ρίζες μας», θυμηθούμε και εφαρμόσουμε πρακτικά τις βασικές αρχές της Μεσογειακής διατροφής. 

Για να είναι εύκολη η κατανόηση της Μεσογειακής διατροφής αποδίδεται σχηματικά με τη μορφή πυραμίδας προκειμένου να ορίσει την απαιτούμενη ποσότητα των ομάδων τροφίμων σε μηνιαία, εβδομαδιαία και καθημερινή βάση.

Η Μεσογειακή διατροφή χαρακτηρίζεται από υψηλή κατανάλωση υδατανθράκων, αντιοξειδωτικών και φυτικών ινών (δημητριακά, όσπρια, φρούτα και λαχανικά), μονοακόρεστων λιπαρών οξέων (ελαιόλαδο) και συνοψίζεται στις εξής γενικές αρχές:

  • Άφθονα κηπευτικά, φρούτα, χόρτα, λαχανικά, δημητριακά/ζυμαρικά ολικής αλέσεως, όσπρια, ψωμί πολύσπορο, καστανό αναποφλοίωτο ρύζι.
  • Βότανα και φυτά που χρησιμοποιούνται στο φαγητό και προέρχονται από τα βουνά του νησιού (θυμάρι, βασιλικό, δυόσμο, μάραθο κλπ).
  • Υψηλή κατανάλωση ψαριών – θαλασσινών.
  • Ποικιλία πιάτων και γεύσεων.
  • Το ελαιόλαδο αποτελεί σημαντική πηγή μονοακόρεστων λιπαρών.
  • Τα γαλακτοκομικά πλήρη σε λιπαρά και τα πουλερικά καταναλώνονται σε μέτριες ποσότητες, ενώ η κατανάλωση κόκκινου κρέατος είναι περιορισμένη (1 φορά το μήνα ή το δεκαπενθήμερο).
  • Το πρόχειρο φαγητό και οι τυποποιημένες τροφές αποτελούν «άγνωστες» λέξεις για το παραδοσιακό κρητικό διατροφικό λεξιλόγιο.  

Η συμβολή της μεσογειακής διατροφής στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας οφείλεται στο υψηλό περιεχόμενό της σε αντιοξειδωτικά (βιταµίνες A, C και Ε, φλαβονοειδή, σελήνιο, β-καροτένιο, ψευδάργυρος), ω3 λιπαρά οξέα, μονοακόρεστα λιπαρά οξέα και φυτικές ίνες.

Συγκεκριμένα, τα άτοµα που είναι παχύσαρκα έχουν υψηλά επίπεδα ελευθέρων ριζών.

Σε έρευνα στην Ιατρική Σχολή της Βοστόνης βρέθηκε ότι τα παχύσαρκα άτοµα εµφανίζουν υψηλότερα επίπεδα οξειδωτικού στρες, το οποίο καταδεικνύει σαφώς την επικινδυνότητα του υπερβολικού βάρους.

Στην έρευνα αυτή βρέθηκε ότι υπήρχε ισχυρή συσχέτιση µεταξύ του δείκτη μάζας σώματος και του οξειδωτικού στρες.

Συνεπώς, τα αντιοξειδωτικά που προσλαμβάνουμε ακολουθώντας τη μεσογειακή διατροφή, δεσµεύουν και εξουδετερώνουν τις ελεύθερες ρίζες.

Επιπλέον, τα μονοακόρεστα λιπαρά οξέα του ελαιολάδου και τα ω-3 λιπαρά οξέα από τα ψάρια, αφενός διεγείρουν τη διάσπαση του λίπους στα λιποκύτταρα αφετέρου δε μειώνουν την ικανότητα της ινσουλίνης να αναστέλλει τη λιπόλυση.

Τέλος, η μεσογειακή διατροφή είναι πλούσια σε φυτικές ίνες, οι οποίες όχι μόνο μειώνουν την απορρόφηση λίπους, αλλά αυξάνουν ταυτόχρονα και τον κορεσμό, με αποτέλεσμα να μειώνεται η ποσότητα φαγητού που καταναλώνεται.

Επιπρόσθετα, οι φυτικές ίνες δεν προκαλούν απότομες αλλαγές στα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα και μειώνουν το ρυθμό της λιπογένεσης, χάρη στο ότι προκαλούν χαμηλή έκκριση ινσουλίνης.

Τέλος, θα πρέπει να τονίσουμε ότι στο μεγαλύτερο βαθμό η αντιμετώπιση της παχυσαρκίας εξαρτάται από εμάς τους.

Όση πρόοδος και εάν γίνεται στην ιατρική και στην επιστήμη, όσο καλή και αν είναι η μεσογειακή διατροφή ο καθοριστικός παράγοντας είναι η βελτίωση της δική  μας διατροφικής συμπεριφορά και του τρόπου ζωής, με έμφαση την αύξηση της φυσικής δραστηριότητας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ